Thursday 9 June 2016

Ο άνθρωπος με το Ακορντεόν

Ποτέ δεν κατάλαβα γιατι με ελκύει τοσο το ηλιοβασίλεμα. Ακουω για ανθρωπους που ονειρεύονται με την Ανατολή. Άλλους που προσμονουν ενα απογευματινο καφέ συντροφιά με ενα βιβλιο σε καποιο ανθόστολιστο μπαλκόνι. Αλλοι, ξυπνάνε με την ανυπομονεσια ενος πρωινού περιπάτου. Και κάποιοι, σαν εμενα, ερωτεύονται το ηλιοβασίλεμα,τα χρώματα του λυκόφωτος και τα άστρα.


"Όλοι εχουμε τις ωρες μας" παράκουσα μια γριά να μονολογεί καποτε. Κοριτσακι κι εγω τοτε, το πήρα κυριολεκτικά! Ανακάλυψα νωρις την δίκη μου αγαπημένη στιγμη: Οταν ο κοσμος ντυνόταν στην πορφύρα και στην θαλασσα άνοιγε ξανα αυτο το προκλητικό ροδόχρυσο μονοπάτι. 




Ειλικρινά, δεν θεωρω οτι ωρίμασα ποτε. Ακομα και σημερα, ακομα και σε εκατό χρονια, θελω να συνεχίσω να βλεπω τον κοσμο μεσα απο το ιδιο αυτο - πες το αφελές, αν θέλεις -  πρισμα: γεμάτο μαγεία. Ξερω, πως η ζωη απογοητευει καμια φορα. Πως τα ονειρα δεν ειναι παντα αυτο που περίμενες. Πως οι προσδοκίες δοκιμάζονται. Πως καθε "θελω" κρύβει πισω του εναν ατελείωτο αγώνα. Ξερω, πως θα πληγωθώ... Μα στο μυαλο μου η έννοια "δυναμη" ειχε παντα μια και μόνη μορφη: να παραμένεις οπως εισαι, οταν ο κοσμος και τα γεγονότα του θα προσπαθήσουν να σε αλλάξουν. Ειναι ο έσχατος άθλος. Το πιο βαρυ πρεπει. Το πιο δυσκολο επίτευγμα. "Η δοκιμασία της ζωης", θα το ονομάσω εγω.


Αλλωστε, θαρρω μονο  τυχαίο δεν ειναι, που η ζωη ειναι γένους θηλυκου. Ειναι θηλυκό σε καθε γλώσσα, αν το σκεφτείς. Κι αυτο, γιατι σαν γυναίκα, θα σε δοκιμάσει. Θα σε τεστάρει. Θα ζορίσει λιγουλάκι τα όρια σου κι αν δει οτι παραπατας πολυ θα σου χαμογελάσει παλι για να πάρεις κουράγιο. Πίστεψε ομως, αν περασεις ολα τα "τεστακια" της θα σε ανταμείψει με οποιο τροπο ονειρεύτηκες και χίλιες φορες καλυτερο. 


Καπου δυο - τρια χρονια πριν, ενα παραξενο γεγονός ειχε τραβήξει την προσοχη μου. Δεν ηταν κατι σπουδαίο. Ισα - ισα! Ηταν απλα ενα πρωτότυπο φαινόμενο. Ενα φαινόμενο, που για καποια περίοδο, εγινε ρουτίνα. Ενα απογευμα που μελετούσα, χύμα στο πάτωμα με ενα πύργο βιβλία,  ενας ήχος περα του συνηθισμένου με προβλημάτισε. Μουσικη. Ακορντεόν. Είκοσι χρονια μένω εδω κι δεν ειχα ξανακούσει καποιον να παιζει ακορντεόν! Περίεργη λοιπον, βγήκα στο μπαλκόνι και έψαξα με το βλεμα μου την πηγή του ήχου. Και τον ειδα. Ενας κύριος, μεσήλικας (;) αγκαλιά με το ακορντεόν του περπατούσε στον δρομο παίζοντας παλιές, ελληνικές, νοσταλγικές μελωδίες. Σταματούσε κατω απο καθε μπαλκόνι. Επαιζε λιγακι. Κι υστερα συνέχιζε τον μοναχικό του περίπατο. Ενα χερι καπου καπου ξεπρόβαλε απο καποιο παραθυρο κι έριχνε μερικά νομίσματα στο πεζοδρόμιο. Άραγε ποιος γερασμένος λογισμός περιπλανήθηκε για λιγο σε αυτα τα στενά σοκάκια της λήθης που φέρνει σαν δώρο η νοσταλγία? 



Θυμάμαι έβγαινα καθε απογευμα στο μπαλκόνι για να τον ακούσω. Οχι γιατι έπαιζε κατι μοναδικά ομορφο, οχι. Μοναχα γιατι έπαιζε για όλους αυτους που κάθονται στα κλειστά τους σαλόνια. Γιατι ένιωθα πως προσκαλούσε εμας, τους κοιμησμενους αργόσχολους, να ακούσουμε την ζωη. Γιατι φοβόμουν πως δεν ακουγε κανεις το τραγουδι που αφιέρωνε στον κοσμο. Γιατι, σαφως, αυτο που εκανε το αγαπούσε. 




Και δεν με έστησε ποτε. Καθε καλοκαίρι, ιδια ωρα, περνούσε απο εκει, κι εγω περίμενα να τον ακούσω. Αυτον τον ανώνυμο κι απρόσωπο ανθρωπο που εκανε κατι φαινομενικα τοσο άσκοπο.

Μέχρι που καποτε...Σταμάτησε. Ισως, να ηταν ερωτευμένος κι αυτος, κι επαιζε για καποιο περιφανο αηδόνι που έκλεψε την καρδια του. Ισως, επιτελους, το αηδόνι τον άκουσε και συγκινήθηκε. Ισως, καπου τωρα φτιάχνουν μουσικη μαζι. Δεν ισχυρίζομαι πως ξερω.... Μα αυτη την ιστορια θελω να φτιάξω για εκείνον.



Αυτη την στιγμη, καθομαι στο μπαλκόνι και ο ουρανός αρχίζει αργα να στολίζεται με αστερια. Μοναχα ο ματωμένος ορίζοντας μαρτυρά το τελευταιο σκίρτημα της μέρας που σβήνει. Με χαιρετά, θαρρω. Με ρωτα, τι νοσταλγίσα σημερα. 
"Πολλα". 
Αυτο θα ψιθυρίσω μοναχα.
Και θα σας αφησω. Πρεπει να κλέψω μερικά αστερια...! 




- E.T.









Friday 18 September 2015

The Messengers Of A Dream's Promise

Don't you think it's wonderful how different eyes can see different things in the same thing? They say it's called perspective. Imagination on the other hand... Is a far more interesting and complicated dimension!  So the other day I was scrolling on Facebook when I stumbled upon this challenge. It had this picture and it said  "give it a back story".  I liked the idea, so I thought "why not? let's give it a go!". Here is what my imagination came up with...! If you have your own back story, let me know about it! Mine goes like this: 


"One day, I was doing research about medicinal herbs in the public library when a strange, little book caught my attention. It seemed to be some sort of a vintage, old looking diary, but instead of confessions, it contained a wide collection of folklore tales from different civilizations around the world illustrated with beautiful sketches of enthralling sceneries. I knew reading a stranger's diary was uncalled for, yet the anticipation was to high and I gave in to temptation. As I turned the yellowed pages, I found myself sinking in a universe of myths, legends and fairytales, just like any naive child, neglecting reality for the shake of an other adventure.



A Summer Cottage Close
to the woods
"Once upon a time, there were five children who would not accept that there was no magic left in the world. We all know how children love unearthly things or how easy it is for them to surrender in any illusion created by youth. Connected by bonds of friendship and family, they had a little summer cottage hidden in the woods where they 'd gather and dream of all the wonderful adventures waiting to be lived in the future years. But these years came and passed and soon the children were all grown ups, all the dreams now forgotten along with their summer cottage. They were now serious professionals and respected ladies bearing heavy responsibilities and a certain image to preserve. They had no time for foolish, childish dreams - you see, reality is not compatible with those. 




One day, they decided to visit that little cottage once again. So they did. But since they were very busy people they could only stay one day and one night. They arrived at midday. In the past years the verdure has grown wilder and the neglected gardens flirted with the edge of the woods. After settling in, late in the afternoon one of the girls found an old, dusted, book about mysterious, magical creatures hidden under a bed. When they were little they 'd search under the fallen, rusted leaves for fairies and dwarfs or climb in the trees hopping to catch a starlight winged butterfly. As the night fell, the girl - always dressed in red - came up with a game: "Let's get out in the Forest and follow the first wild animal we meet! ". At first there were, of course, objections. You see, they've never been in the forest after nightfall. But the scary sounds and the dark were only enough to scare little children away. They were adults now, so it could be fun - they thought. 


They wandered on the grounds around the house, trying to locate the once visible paths as the last light of the day slowly faded. Soon, they found an owl. Her lonely, occasional, song was enough to capture their attention.The five friends followed the bird deeper and deeper into the forest. The weird thing was: the bird acted as if it wanted to be followed: Flying from branch to branch waiting for its odd tail to catch up. It was a beautiful starry night, even though the sky was hardly visible under the thick foliage of the tall trees. The atmosphere was filled with humidity and the delicate scent of night flowers. Every now and then their senses caught the low sounds of scared animals running away or a glimpse of shinny pairs of eyes watching curiously the unexpected guests. A soft wind moved the leaves and suddenly it seemed as if they were whispering to each other in some foreign dialect. Suddenly the group stopped in realisation. This illusion was far too realistic. Then the owl bowed and spoke in human voice and said: "Fear not, humans, cause no harm will come upon you. Please, if you 'd be so kind, follow me a little bit longer, just until we reach the very heart of the Forest. I then promise you, all of your questions shall be answered". And so they did. They followed the mysterious animal, their senses now alarmed for any upcoming threats. 


" Give It A Back Story "
Was it a dream? Was this really happening? Everyone kept their thoughts to themselves - too scared that perhaps the smallest human sound could chase the dream away. All at once, a cry broke the silence and the trees started swaying under the command of a violent wind. They all froze in fear when the cry echoed again, this time even louder. Pain, sorrow, despair... A dark figure rose from the darkness. It was a tall four legged creature with horse like lower body, human like torso, and a shapeless head resembling that of a swan. Crippled dark wings grew from it's back, featherless and pathetically bare. It's image was as blurry as if it was projected by a mirror - a trick overused by the stage illusionists at the time - but there was an undeniable aura about it, something of a memory of grace and a hint of sadness that made it clear: there was no trick played there, in this dark, deserted meadow.  "Who are you?" It said with a deep, human voice that seemed to be coming from above, like the artful action of a ventriloquist. Yet none of the terrified people could come up with an answer. "WHO ARE YOU!?" , demanded the creature again. Then the timid voice of the girl in red said : "We are humans. Who are you? Why are you crying?" The creature exhaled wildly. " I have so many names... They call me reality now. But all I am is a shadow of my past self. I was once beautiful and full of colors. Your wishes were the feathers of my wings. You called me Dream back then. But your kind has forgotten me, and I turned dark and grey." Then the creature bend down its tall neck and inhaled their scent deeply. " You five were once children filled with hope, kindness and dreams... You too have forgotten your dreams. But I can still smell a hint of hope in your hearts. Even a sparkle is enough to start a fire. Will you please be my feathers? I need to show the world how to dream again. That reality is just what they make of me. That this world can be colorful again. Please, will you be my messengers?" ...


I never learnt the end of the story. The ink has faded away. But one day, I was gathering flowers in a forest near by when I thought heard an owl talking to a tree. I hid behind a rock and listened. It said about five children who thought themselves adults. It said a Dream has turned them into sounds. Messengers... Maybe I had fallen asleep and everything I witnessed was nothing but a dream. But, sometimes, I think I can hear a soft murmur in the wind calling me to fly or I can feel as if there is a rhythmic - rather comforting - song in the rain and there is also something unique in the crystal sound of people's laughter... And I can't help but wonder...Can't you hear it as well?  "

-E.T.

Story rights reserved 

Friday 28 August 2015

Ο κόσμος αυτός... και ένας ακόμα



Εάν σας έλεγα, πως ίσως κάπου πάνω στην Γη υπήρχε κάποια παράξενη πύλη που θα σας οδηγούσε σε κάποιον μαγικό, κρυφό και ενδεχομένως επικίνδυνο κόσμο, θα με πιστεύατε? Εαν τώρα σας έδινα την ευκαιρία να διαβείτε την πύλη αυτή, πως θα αντιδρούσατε? Θα θυσιάζατε την σίγουρη καθημερινότητα σας χωρίς δεύτερη σκέψη για χάρη μιας περιπέτειας ή μήπως την τελευταία στιγμή θα διστάζατε να κάνετε το καθοριστικό βήμα?  



Από την Αλίκη που χάθηκε στην χωρά των θαυμάτων ως την μικρή Τσιχίρο που παραλίγο να ξεχαστεί για πάντα στην χώρα των πνευμάτων ή στην Γουέντυ, που κάποιο βράδυ πέταξε από το παράθυρο της με την βοήθεια μιας νεράιδας και την συντροφιά ενός παράξενου αγοριού... Στην πλειοψηφία των λογοτεχνικών και ψηφιακών περιπτώσεων, ο ήρωας/δα περνάει στον παράλληλο κόσμο χωρίς ιδιαίτερη επιλογή. Ένα λάθος, ένα ατύχημα ακόμα και καθαρή περιέργεια ή μια παράξενη συγκυρία είναι συνήθως αρκετά. Η επιλογή ωστόσο, είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση. Εκεί πρέπει να ζυγίσεις τα υπέρ και τα κατά, τι θα αφήσεις πίσω σου, τι θα σου φέρει ο δρόμος μπροστά σου, ή ακόμα κι αν θα γυρίσεις πότε πίσω μιας και στην ζωή το χαρούμενο τέλος δεν είναι πάντα προδιεγεγραμμένο. 



Θυμάμαι κάποτε έναν συγγραφέα, μια ιδιόμορφη προσωπικότητα με πολύ ζωηρή φαντασία - όπως έλεγαν οι σύγχρονοι του - ή ίσως με πολύ μεγάλη διορατικότητα. Το αφήνω σε εσάς να το κρίνετε. Μίλησε για πολλά πράγματα: Για ένα αριστοκρατίκο υποβρύχιο με έναν ιδιότροπο πλοίαρχο, για μια βόλτα στο φεγγάρι ή ακόμα και για ένα ταξίδι στο κέντρο της Γης. Μπορεί να μην είμαι "Βερνίστρια" - ωστόσο οφείλω να ομολογήσω πως κάποια από αυτά τα σενάρια λίγα χρόνια αργότερα βγήκαν αληθινά.



Ας μείνουμε λοιπόν στο τελευταίο και στην θεωρία της κοίλης γης, σύμφωνα με την οποία, στο εσωτερικό του πλανήτη μας βρίσκεται κρυμμένος ένας ακόμα κόσμος γνωστός με τα πολλά ονόματα: Αγκάρθα, Αγκάρθι, Η Απαγορευμένη Χώρα, Η Χώρα Των Λευκών Νερών, Η Χώρα Των Ακτινοβόλων Πνευμάτων ή Sambhala (στα Σανσκριτικά). Έχω την προσοχή σας? Ωραία.  Η θεωρία αυτή σαφώς δεν είναι επιβεβαιωμένη και ενδεχομένως ανήκει μόνο στην σφαίρα του θρύλου, του μεταφυσικού ή ίσως άπλα στην φιλοσοφική πραγματικότητα και κοσμογονία. Πολλοί την στήριξαν στη πολικότητα: Ένας εξωτερικός κόσμος απαιτεί την ύπαρξη ενός εσωτερικού. Μα, τα "θεμέλια" - αν μπορώ να το θέσω έτσι, είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα, όπως συμβαίνει πάντα με τις  μεταφυσικές θεωρίες. 



Αναφορές για την ύπαρξη αυτού του θρυλικού κόσμου έχουν βρεθεί στους διαλόγους του Πλάτωνα στο "Φαίδων" που χαρακτηριστικά αναφέρει: "Ένα ξεχωριστό από όλα τα χάσματα της Γης, υπάρχει και είναι μέγιστο, αφού διαπερνά ολόκληρη την Γη από το ένα άκρο αυτής ως το άλλο." Ή και του Σωκράτη στο έργο του "Τα τε υπό της Γης και ουράνια". Ενώ ο Αμερικανός ερευνητής John Cleves Symmes υποστήριζε με πάθος πως η Αγκάρθα ήταν ένα πραγματικό σύμπαν στην καρδιά του δικού μας και μάλιστα με κάτοικους, μα όταν ζήτησε οικονομική βοήθεια για να αποκαλύψει τις συντεταγμένες ενός περάσματος, αυτή δεν του δόθηκε πότε. 





Ο θρύλος τον περιγράφει ως τον κόσμο στον οποίο βασιλεύει  η σοφία, η δύναμης και ο πλούτος και κατοικείται από αθάνατους. Αποτέλεσε μάλιστα και το καταφύγιο των κάτοικων της μυθικής Ατλαντίδας μετά την καταστροφή της. Πέρα από αυτά όμως, δεν έχουμε πολλά στοιχειά για τους κάτοικους της. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι είναι όντα με πολύ εξελιγμένη τεχνολογία, άλλοι αθάνατοι και μαγικά πλάσματα, ενώ οι προθέσεις τους για την ανθρωπότητα – φιλικές  ή όχι - αμφισβητούνται επίσης. 



Αν και η θεωρία εγκαταλήφθηκε το 18ο αι. , η ιδέα μιας χαμένης, υπόγειας χώρας αναδύεται ακόμα μέσα από τους θρύλους και τις θρησκείες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης: Από τον φύλακα του κάτω κόσμου, Άδη, της Ελληνικής μυθολογίας, στο μυθικό σπηλαίο  Cruachan των Κελτών από οπού παράξενα πλάσματα έβγαιναν στην επιφάνεια ή ακόμα στους θρύλους των φυλών Angami Naga της Ινδίας, των οποίων οι πρόγονοι αναδύθηκαν από τα βάθη της Γης και τις υποψίες  της ύπαρξης κάποιου μυστηριώδους περάσματος στο Γκραντ Κάνιον.




Πολλές φορές στο παρελθόν έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται πως ο Τόλκιν φαντάστηκε την μέση γη ή τα μαγικά πλάσματα που την κατοικούν σε αυτή. Πως εμπνεύστηκε η ύπαρξη μικροσκοπικών νάνων, πανίσχυρων μάγων ή οι φωτιές των δράκων που σιγόκαιγαν στα βάθη των βουνών? Τόσες εικόνες που ταλανίζουν την ανθρώπινη φαντασία από την αρχή των αιώνων... Μου φαινόταν παράξενο όλη αυτή η έμπνευση να προέρχονταν μονάχα από ένα όνειρο και άπλα δεν μπορούσα να δεχθώ πως οι συγγραφείς ήταν θεοπάλαβοι! Ίσως μαρτύρησαν κάποτε κάτι ή μάλλον μίλησαν με κάποιον  - έλεγε η παιδική φαντασία - και επέλεξαν αυτό τον τρόπο να το μοιραστούν με τον κόσμο. Εάν λοιπόν κάπου κάτω από τα πόδια μας, υπάρχει ένας άγνωστος κόσμος γεμάτος με όντα που πυροδότησαν τα όσα στοίχειωσαν τα όνειρα των ανθρώπων, το αφήνω σε εσάς να το αποφασίσετε. Ίσως είναι ένας ακόμα θρύλος ή μια ακόμα ανεξερεύνητη περιπέτεια! Εάν από την άλλη είναι ακόμα ένα απελπισμένο όνειρο, τότε άπλα θα σας θυμίσω την φράση του Willy Wonka "We are the music makers and the dreamers of dreams". Ακόμα και αυτό έχει μια δόση ρομαντισμού...

-E.T.

Monday 29 June 2015

Η Ελευθερία καράβι στις φλόγες - Επιστροφή στις σκοτεινές εποχές?



«Η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται, πρώτα ως τραγωδία και ύστερα ως φάρσα» (Καρλ Μαρξ). Τώρα ... στην περίπτωση μας, η διάκριση του σε ποια κατηγορία ανήκουμε δεν ακριβώς ξεκάθαρη.

Όταν ήμουν παιδί, άκουγα από τον παππού μου ιστορίες από την κατοχή: Για την καταδυνάστευση της ελεύθερης έκφρασης, την έλλειψη των απαραίτητων προϊόντων για ζωή, τον φόβο ... Στην παιδική φαντασία μου έβλεπα εκείνο τον ηλικιωμένο άνθρωπο με τα γαλάζια μάτια - τον πάππου που τόσο αγαπώ - να μεταμορφώνεται σε ένα μικρό παιδί, φτωχικά ντυμένο, να παίζει σε σκοτεινούς, βρόμικους δρόμους και άδειες αλέες με λάστιχα, ξύλινα όπλα , και αυτοσχέδιες σφεντόνες. Μου φαινόταν σαν μαύρο αστείο, που στην σκιά ενός πολέμου που μόλις έσβηνε, σαν καταιγίδα που υποχωρεί, το πολεμικό στοιχείο κυριαρχούσε στις πλατείες που ομάδες παιδιών με ματωμένα χέρια και γόνατα παίζανε ξέγνοιαστα, αδιάφορα για τον αύριο και ανυποψίαστα για το πρόσφατο παρελθόν του κόσμου. Ήταν λες και ο κόσμος δεν είχε χθες, δεν είχε αύριο, μονάχα ένα πολύτιμο τώρα που μπορούσε να προσφέρει και σε όσο άθλιες συνθήκες, έπρεπε να το χαρούν, όπως μονό εκείνα ήξεραν: χωρίς άγχος, χωρίς φόβο, χωρίς την αδηφάγα έγνοια που πνιγεί τα σώθηκα των ενηλίκων.

Ύστερα, μεγάλωσα, διάβασα, έμαθα ιστορία και με τα χρόνια, διέκρινα κάτι άλλο στη ματιά του πάππου μου όταν μου έλεγε τις ιστορίες του. Μία σκοτεινιά που φώλιαζε πίσω από το απέραντο γαλάζιο, μια σκούρα θλίψη, ένα αβάσταχτο πόνο, ένα αδικοπνιγμένο «γιατί». Αναρωτιόμουν, πως τόσο καιρό μου είχε διαφύγει και ευχήθηκα να μην γνωρίσω ποτέ τέτοιες μαύρες εποχές.

Και κάπως έτσι φτάνω στο σήμερα. Η πολιτική και η ιστορία είναι αλληλένδετες έννοιες. Μόλις η μια περάσει στο παρελθόν, μετατρέπεται στην άλλη. Προσωπικά, πάντα ήμουν καλύτερη στην ιστορία παρά στην πολιτική. Προτιμώ να αγναντεύω το παρελθόν με την νοσταλγία ενός ρομαντικού, παρά να προβληματίζομαι για ένα αβέβαιο αύριο. Να όμως,που οι εποχές, έφεραν αυτό το αβέβαιο αύριο στο κατώφλι μου, χωρίς να υπάρχει πλέον διαφυγή.

Τα τελευταία χρόνια, η οικονομική κρίση συνταράζει συθέμελα τον κόσμο. Στον απόηχο του πολέμου - γιατί ας είμαστε σοβαροί, 80 χρόνια είναι μια στιγμή για την ιστορία - βολευτήκαμε και σαν ναρκωμένοι ξεχαστήκαμε στην νέα εποχή κακομαθαίνοντας τον εαυτό μας με λογιών - λογιών ανέσεις και πολυτέλειες ... Σαν εκείνη την παρέα παιδιών που έπαιζε ανέμελα μέσα στα συντρίμμια του τότε κόσμου. Μα, αντίθετα με αυτά, δεν είχαμε τα ελαφρυντικά της παιδικής αθωότητας. Οι άνθρωποι, δεν μάθανε από την ιστορία τους και ο χρόνος - σαν αυστηρός καθηγητής που επιμένει να πάρουμε αυτό το μάθημα, κάνοντας κύκλους μας έφερε πάλι εδώ: σε μια κρίση που απειλεί να βυθίσει το μικρό μας πλοίο. Το παράδοξο είναι, πως παρά τα κανόνια που είναι στραμμένα κατ' ευθείαν πάνω του, οι επιβάτες του συνεχίζουν να χορεύουν στις μουσικές του δικού τους μικρού καταστρώματος, αδιάφοροι για την καταστροφή που επίκειται. Έτσι ήταν πάντα η Ελληνική καρδία. Ποιος καπετάνιος φοβάται την τρικυμία? Ποιος δεν έλκεται από τα θέλγητρα του κίνδυνου που επιφυλάσσει? Και οι Έλληνες, ήταν πάντα κάλοι καπετάνιοι.

Μα νομίζω πως τώρα ... κάπου χάθηκε το όριο. Κύριοι, οδεύουμε πρόσω ολοταχώς προς την καταστροφή μας. Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών μοναχά αποδεικνύουν την θέση αυτή. Η άλλοτε ελεύθερη Ελλάδα, η Ελλάδα της αξιοκρατίας, η Ελλάδα της ελευθερίας έχει χάσει κάθε πυξίδα και προσανατολισμό. Που οδεύουμε Έλληνες? Στις σκοτεινές εποχές των Ευρωπαίων? Με μια θηλυκή Χίτλερ να προεδρεύει αυταρχικά την βουλή, με μια οικονομία που καταρρέει σαν πύργος από άμμο, με μια συμμορία πολιτικάντηδων που απειλούν να γκρεμίσουν με την αδηφάγα νοοτροπία τους τα θεμέλια της δημοκρατίας που οι πρόγονοι μας έστησαν . Επί χρόνια, ανεχτήκαμε το κλέψιμο του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας - “Βολεμένος δεν είμαι? Τι με ενδιαφέρει αν κλαπεί και κάνα εκατομμύριο?». Το είχαμε εύκολο το εκατομμύριο τότε, βλέπεις. Ύστερα, η πρώιμη κρίση ήρθε σαν Κασσάνδρα προειδοποιώντας για την τρυπά στην νοοτροπία μας κι εμείς, ως συνήθως, την αγνοήσαμε. Ακολούθησε η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, του ανθρώπου που λεηλάτησε τα απομεινάρια της χωράς, ύστερα ο Κ. Σαμαράς, με μια σειρά τραγικά λάθη που σε κάνουν κάπου - κάπου να αναρωτιέσαι αν είναι βαλτός, και τώρα ... Τώρα, οι αγανακτισμένοι Έλληνες είπαν «ζήτω η Αριστερά»! Το ακούσαμε κι αυτό ... Προσωπικά, δεν υποστηρίζω παρατάξεις και θεωρώ τον διαχωρισμό λάθος. Υποστηρίζω τους κάλους πολιτικούς. Τους ανθρώπους με ηγετική ικανότητα και τα απαραίτητα κότσια να παίρνουν σωστές αποφάσεις - και οι σωστές αποφάσεις συχνά φέρουν πολύ βαρύ τίμημα. Όσο, για την απόφαση των Ελλήνων ... αυτή βασίστηκε στον πιο ποταπό των συμβούλων: Τη αγανάκτηση και την οργή (Όσο δικαιολογημένη κι αν είναι). Δεν λειτουργούν έτσι οι διπλωμάτες φίλοι μου!

Τώρα, η αριστερή κυβέρνηση μας, έχει στυλώσει τα ποδιά σαν πεισματάρικο γαϊδούρι, απορρίπτοντας την μια πρόταση μετά την άλλη. Η διαπραγμάτευση είναι φυσικά στο πρόγραμμα. Οι Ευρωπαίοι έπρεπε να υποχωρήσουν - δεν συζητείται - και πολλές από τις προτάσεις ήταν άπλα απαράδεκτες! Μα τώρα, βρισκόμαστε πλέον στο χείλος του γκρεμού, με μετρημένα χαρτιά και κανένα προφανή άσο στο μανίκι μας. Αλίμονο, δεν υποτιμώ τους πολίτικους μας στο σύνολο τους. Ίσα - ίσα, θεωρώ πως ανάμεσα τους υπάρχουν κάποια - μετρημένα άτομα με δυνατότητες κι έχω πιστή και ελπίδα πως ο κ. Τσίπρας θα παίξει σωστά το χαρτί που υποψιάζομαι. Λέει πως θέλει να λογοδοτήσει στην Ιστορία. Εδώ είναι η ευκαιρία του.

Μέσα σε όλα, η τηλεόραση και τα λοιπά ΜΜΕ , σαν δαιμονικός ψίθυρος το έχουν ρίξει στον πατριωτισμό, προσπαθώντας να μας πείσουν πως η έξοδος από την Ευρωζώνη είναι η σωστή λύση, δηλητηριάζοντας τις σκέψεις μας σαν μηχανή πλύσης εγκεφάλου. Η κορoϊδiα δίνει και παίρνει, κι εμείς χαμπάρι! Είδαμε λοιπόν, ουρές στα ΑΤΜ, ουρές στα Σουπερ Μάρκετ, άδεια ράφια, άδεια πρατήρια καύσιμων, κλειστές τράπεζες και η έλλειψη φαρμάκων καραδοκεί στην επομένη γωνιά. Και αυτά, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Όλες εκείνες οι ιστορίες έρχονται ξανά στο προσκήνιο σαν πολυπαιγμένο έργο και δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ πιο θα είναι αυτή τη φορά το τέλος? Κι αν είναι τραγωδία, πως θα έρθει η κάθαρση?

Η υποχώρηση, συχνά δεν είναι μια χαμένη μάχη. Είναι μια ανάσα πριν την επομένη αναμέτρηση. Χωρίς την Ευρώπη, η Ελλαδίτσα μας είναι ευάλωτη λεία στα νύχια των δυνάμεων που απειλούν να την γκρεμίσουν. Ας σκεφτούμε, λοιπόν κάλα τι θα κάνουμε αυτή τη φορά, χωρίς πάθος, χωρίς αγανάκτηση, χωρίς οργή, μόνο με την προσεκτική και μετρημένη λογική του αρπακτικού πριν χυμήξει. Θα πιστέψουμε ακόμα μια φορά τα καλοδουλεμένα ψέματα που πουλάνε στην τηλεόραση? Η θα ακολουθήσουμε το ένστικτο της δικής μας θέλησης? Το δημοψήφισμα, είναι η κορύφωση και η απολυτή ενσάρκωση της αρχαίας Δημοκρατίας μας. Της Δημοκρατίας που εμείς φτιάξαμε και διαδώσαμε. Ας μην την ατιμάσουμε αφήνοντας τους να καθοδηγήσουν τα πιστεύω ή να απαγορέψουν τα θέλω μας. Ας την αντιμετωπίσουμε ως μύστες απέναντι σε μια ιερή τελετή που ίδιοι οι πρόγονοι μας ίδρυσαν: σκεφτόμενοι μόνο το κάλο της Ελλάδας και την επομένη αναμέτρηση με τους διαπραγματευτές μας. Και πάνω από όλα ας μην αφήσουμε κανένα να μας γδύσει από τον θησαυρό που έχουμε από την φύση μας οι Έλληνες: Την μεγάλη και ανοικτή καρδιά! 

-Ε.Τ.

Wednesday 4 February 2015

Ξενοδοχείο Grand Budapest: Η αλληγορία πίσω από τις λέξεις...



Μόλις λίγες μέρες πριν, παρακολούθησα αυτή την παράξενη, σουρεαλιστική και ενδεχομένως υπερβολική στην έκφραση και απόδοση της κωμωδία. Το όνομα της, σίγουρα είναι γνωστό σε πολλούς, όντας υποψήφια για 9 Όσκαρ στην ομώνυμη τελετή του 2015. Ξενοδοχείο Grand Budapest. Το ερώτημα που ίσως γεννιέται ευθέως στο μυαλό του θεατή μετά την έξοδο του από την σκοτεινή αίθουσα είναι... γιατί? Χρειάστηκε να δω δεύτερη φορά την ταινία για να αντιληφθώ το πλήθος συμβολισμούς που κρύβονται πίσω από κάθε γεμάτη φανφαρονισμούς φιγούρα, κάθε ξενόηχο όνομα, κάθε χρώμα, κάθε τόπο... Κάπου εδώ, ίσως πρέπει να ομολογήσω εξ αρχής, ότι δυστυχώς, δεν έχω διαβάσει το μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ πάνω στο οποίο έχει στηριχθεί το έργο - αν και είναι επίσημα πλέον "στην λίστα μου". Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.


Ο κόσμος σήμερα περνάει μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές κρίσεις της ιστορίας του. Μέσα λοιπόν, στην μιάμιση ώρα που παρακολούθησα το έργο, βρέθηκα σε ένα θέατρο γεμάτο αλληγορίες και μηνύματα. Μια προειδοποίηση από το παρελθόν που απομακρύνεται για το μέλλον που κοντοζυγώνει. "Η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία... και τη δεύτερη σαν φάρσα" είχε κάποτε πει ο Καρλ Μαρξ.


Ας ξεκινήσουμε με τους συνοπτικούς συνειρμούς των προσώπων:

Ο Ζίρο (κατά κυριολεξία μηδέν) - ανατολικής προσελεύσεως μετανάστης, είναι σαφώς φορέας αντιρατσιστικού μηνύματος.
Ο Γκουστάβ συμβολίζει τον ειρηνευτή. Τον άνθρωπο που σε μια κρίση, πάντα θα έχει την ευγένεια ως αδυναμία και όπλο του.
Ο δολοφόνος, που φέρει την ταμπέλα του ντετέκτιβ, θυμίζει ειρωνικά, Γερμανό.
Ο μπάτλερ ενσαρκώνει το σύμβολο της τιμιότητας και της αλήθειας. Είναι Γάλλος.
Ο διψασμένος για εξουσία Ντιμίτρι είναι Ρώσος και ο  εγκέφαλος της όλης υπόθεσης.
Ο Ελβετός, ή ίσως και Εβραίος στην όψη -  δικηγόρος είναι ο εκπρόσωπος του νόμου.
Και τέλος, η Αγκάθα το σύμβολο της αγνής αγάπης και το παιδί της, της παιδικότητας.


Όσων αφορά  το χρονικό περιβάλλον της ταινίας, αν και υπάρχουν σαφείς αναγραφόμενες ημερομηνίες, υπολανθάνει παντού η συμβολική συνύπαρξη και των δυο παγκόσμιων πολέμων, που έχουν συγχωνευτεί με μαεστρία, καθώς και η προπολεμική περίοδος που πλανάται σαν όνειρο στην ατμόσφαιρα. Είναι ιδιαίτερη η σημασία της έμφασης στο πολεμικό στοιχείο γενικότερα, δεδομένου πως και η σημερινή κατάσταση δεν είναι πάρα ένας ψυχρός παγκόσμιος πόλεμος με όπλα (ευτυχώς) τραπεζογραμμάτια και στρατηγούς οικονομολόγους και πολιτικούς.


Το ξενοδοχείο συμβολίζει σαφώς την ψυχή της ρομαντικής Ευρώπης που ξεθωριάζει μέσα στα πλαίσια του πόλεμου και της ευρύτερης παγκόσμιας μεταπολίτευσης. Οι βασιλείς, οι λόρδοι και οι άρχοντες με όλες τις προσποιητές ευγένειες, τους ατελείωτους τίτλους και το αυστηρό πρωτόκολλο περνάνε πλέον στην σφαίρα της φαντασίας, ενώ ένας νέος, διπολικός κόσμος, με πόλους ακριβώς την δημοκρατία και τον ναζισμό αρχίζει σιγά σιγά να σχηματίζεται. Ακόμα και το όνομα του ξενοδοχείου δεν είναι τυχαίο. Βουδαπέστη. Μια πόλη στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, αξιοσημείωτης πολιτικής και στρατηγικής άξιας για τις δυνάμεις του άξονα, και ούτε λόγος για το Αυστροουγγρικό βασίλειο.

Το αγόρι με το μήλο, αντιπροσωπεύει την τέχνη μας, τον πολιτισμό και το παρελθόν μας. Ένα κομμάτι της καρδιάς της ανθρωπότητας, της οποίας  ο χτύπος αντηχεί στις χιλιετίες  μέσα από τα μάρμαρα του Παρθενώνα, τους πινάκες που κρέμονται μειλίχια στους τοίχους των σιωπηλών μουσείων ή στις σελίδες των βιβλίων που δεν κάηκαν...




Και τώρα, η αυλαία του παράξενου θεάτρου ανοίγει με μια κρίση της ηγεσίας - την ανατροπή στο ως τότε σταθερό κατεστημένο που εκδηλώνεται με τον θάνατο - δολοφονία της γριάς δούκισσας. Αμέσως όλοι μαζεύονται γύρω από το τραπέζι των συμφερόντων για μια μακρυά συζήτηση - υποσχόμενη αρκετές δολοπλοκίες και διαπραγματεύσεις. Ο επόμενος στην σειρά εξουσίας, ο γιος της δούκισσας, Ντιμίτρι (και κατά τραγική ειρωνεία Ρώσος) διεκδικεί την "περιουσία" και κάπου εκεί, μια απρόσμενη τροπή των πραγμάτων οδηγεί τον Γκουστάβ (ειρηνευτή) - έναν πονηρό, έξυπνο κι όμως καλόκαρδο  άτομο, ταλαντούχο στην διαχείριση των ανθρώπων, με έμφυτη ευγένεια και ρομαντισμό - να γίνει κάτοχος του πιο σημαντικού στοιχείου της περιουσίας: τον πίνακα. Έτσι, η τέχνη εμπιστεύεται στα χέρια του ειρηνευτή. Φυσικά, η μάχη δεν θα είναι τόσο εύκολη. Ο Ντιμίτρι θα κινήσει γη και ουρανό προκειμένου να βγάλει από την μέση κάθε εμπόδιο από τον δρόμο της φιλόδοξης απληστίας του. Έτσι, ύστερα από τις ενέργειες ενός πληρωμένου δολοφόνου που φέρει ειρωνικά την ταμπέλα του ντετέκτιβ (και παραδόξως γερμανοφέρνει...), ο Γκουστάβ καταλήγει στην φυλακή, ο δικηγόρος της διαθήκης, που φέρει στοιχεία τόσο Ελβετού όσο και Εβραίου, δολοφονείται όπως και αρκετοί άλλοι αθώοι και έντιμοι άνθρωποι. Ύστερα από μια σειρά περιπέτειες δοσμένες με έντονο, παραστατικό και ρετρό τρόπο, το πρόβλημα και η πλοκή του έργου κορυφώνεται. Εκεί λοιπόν, που φαινομενικά τα πράγματα βρίσκονται πλέον σε αδιέξοδο, έρχεται ο πόλεμος να λήξει την αναστάτωση. Το ξενοδοχείο καταλαμβάνεται και γεμίζει παντού με λάβαρα ζζ (με λίγη φαντασία άνετα βλέπεi κάνεις πως παραπέμπει στα ΣΣ), o ένας πυροβολεί τον άλλο σε έναν πανζουρλισμό δίχως λογική - μια παύση, μια ερώτηση "Γιατί, γιατί πυροβολείτε?" - και να σου πάλι μπαρούτι, ενώ η λύση κυριολεκτικά μπροστά στα μάτια τους πετάει από το παράθυρο χωρίς να την προσέξει κάνεις!

Στο τέλος, ο ειρηνευτής εκτελείται. Η δικαιοσύνη και η αλήθεια (μπάτλερ) σιωπά με τον θάνατο κατά την εξομολόγηση, ο νόμος, εκεί που δεν χρηματίζεται, θάβεται σε κάποια ανώνυμη, σκοτεινή σαρκοφάγο, ο Γερμανός δολοφόνος γνωρίζει την ήττα στο χιόνι ( άλλωστε ο χειμώνας τη Ρωσίας νίκησε τον Χίτλερ) και η γλυκιά Αγκάθα σύμβολο της ανιδιοτελούς αγάπης αρρωσταίνει και πεθάνει μαζί με το παιδί της. Το άλλοτε λαμπρό ξενοδοχείο γίνεται ερείπιο - μια νοσταλγική υπενθύμιση του παρελθόντος και εκείνος που δεν έχει τίποτε - το μηδέν -  που όμως διαθέτει αρκετή ευφυΐα για να μην χάσει από τα μάτια του το κλειδί, κερδίζει τα πάντα. Γνωστό το παραμύθι δεν είναι?

Τα τελευταία χρονιά, ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ και βίαια. Σίγουρα η ζωή έχει γίνει πιο άνετη, άλλα από την άλλη η ανθρώπινη ψυχή φαίνεται να καταρρέει. Η ανθρωπιά εξαφανίζεται, τα παιδιά εθίζονται στην βία, η οικογένεια διαλύεται, κι  όσο για την αγάπη.... Αυτή πλέον έχει περαστεί σαν ένα ρομαντικό παραμύθι. Έχει γίνει θυσία στον χυδαίο βωμό του μοντέρνου και απελευθερωμένου, άνεφ δεσμεύσεων παιχνίδι μιας νύχτας.  Θα μείνω σε μια φράση από την ταινία, και με αυτή θα κλείσω. Μια φράση που μας λέει ξεκάθαρα πως η λύση για τα προβλήματα μας, δεν είναι, πάρα ο πολιτισμός μας. "Βλέπεις, υπάρχουν ακόμα αχνές εκλάμψεις πολιτισμού σε αυτό το βάρβαρο σφαγείο που κάποτε ήταν γνωστό ως ανθρωπότητα. Πράγματι, αυτό είναι που προσφέρουμε με τον περιορισμένο, ταπεινό, ασήμαντο....ω! Παράτα το!" Και το παρατήσαμε κύριοι... Γι αυτό βρισκόμαστε εδώ σήμερα.
-E.